Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Νεοελληνικά κείμενα Γ' Λυκείου: Βιζυηνός



Το αμάρτημα της μητρός μου(Γ.Βιζυηνός)



Επιμέλεια: Όλακλη Ματίνα




Νέα Αθηναἱκή Σχολή ( Γενιά του 1880)
Πεζογραφία (1880-1930)
  • Υποχώρηση ρομαντισμού -àανάδυση ρεαλισμού (πρόδρομος νατουραλισμού,αντικειμενική παρατήρηση, κυριαρχία επιστημονισμού, εμπειρισμού,θετικισμού,επίκεντρο οι μικρές κοινωνίες)
  • Νέες τάσεις στην ελληνική πεζογραφίαàπαρακμή ρομαντισμού,στροφή στο ρεαλισμό, ανάπτυξη λαογραφίας, διαγωνισμός διηγήματος στο περιοδικό Εστία)
  • Είσοδος ρεαλισμού στην Ελλάδα:μετάφραση Νανάς του Ζολά από τον Καμπούρογλου το 1879, μετάφραση, που προκάλεσε ταραχές λόγω του σκανδαλώδους περιεχομένου της
  • Ρεαλισμός=ηθογραφίαà α)αγροτική ηθογραφία: έμπνευση από την καθημερινή ζωή κι αναπαράσταση ηθών, εθίμων,παραδόσεων(ωραιοποίηση καθημερινής ζωής στην ύπαιθρο, ενασχόληση με σκληρές όψεις της καθημερινής ζωής) β)αστική ηθογραφία(μετά το 1900,Ψυχάρης, Ξενόπουλος): έμπνευση από την καθημερινή ζωή των αστικών κέντρων
  • Καθαρεύουσα μέχρι το 1900(Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης) και δημοτική στη συνέχεια(Παλαμάς, Καρκαβίτσας)
  • Αυτοβιογραφικός χαρακτήρας

Βιζυηνός:
Γεννήθηκε στη Βιζύη της Θράκης. Έμεινε ορφανός στα 5 του χρόνια. Οι σπουδές του πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες πόλεις και χώρες( Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Γερμανία, Λευκωσία, Γαλλία). Πέθανε στο Δρομοκαείτιο.
Εμφανίζεται αρχικά ως ποιητής, με το ποίημα «Κόδρος»και άλλα ποιήματα, με παιχνιδιάρικο,κυρίως πνεύμα.
Ως πεζογράφος εμφανίζεται το 1883, με το έργο του «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου».
Άλλα έργα του είναι:»Το αμάρτημα της μητρός μου», «Το μόνο της ζωής του ταξείδιον», «Πρωτομαγιά», «Διατί η μηλιά δεν έγινε μηλέα», «Ο Μοσκώβ-Σελήμ», «Μεταξύ Πειραιως και Νεαπόλεως», «Αι συνέπειαι της παλαιας ιστορίας».
Είναι, αυτός, που οικοδομεί το ηθογραφικό και ψυχογραφικό διήγημα με μια απλή, θρακιώτικη θεματογραφία κι επίκεντρο τον άνθρωπο. Εκπροσωπεί τη «ρεαλιστική, αγροτική ηθογραφία.», δηλαδή χρησιμοποιεί τις συμβάσεις του ρεαλισμού(την εξονυχιστική παρατήρηση και τεκμηρίωση, για την αναπαράσταση των πράξεων των ηρώων και την ερμηνεία της συμπεριφοράς τους),αλλά χρησιμοποιεί και τους νόμους της αμφισβήτησης της ύπαρξης μιας μοναδικής πραγματικότητας, που υιοθετεί ο ρεαλισμός.
Χρησιμοποιεί όλες τις αφηγηματικές τεχνικές του ηθογραφήματος, αλλά με διαφορετικό τρόπο από αυτόν των συγχρόνων του.  Χρησιμοποιεί την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, μεταβάλλοντας το διήγημα σε ντοκουμέντο. Γράφει στην καθαρεύουσα. Στόχος του είναι να δείξει τις δυσκολίες της ζωής, ώστε ν’αφυπνίσει τον αναγνώστη. Επίσης χρησιμοποιεί κι άλλα λαογραφικά στοιχεία( ήθη, έθιμα), που δεν είναι απλές απεικονίσεις, αλλά γίνεται και η ψυχογράφηση  και των προσώπων, που λαμβάνουν μέρος σ’αυτά. Τέλος, η περιγραφή του φυσικού τοπίου δε σκοπεύει ν’αποδώσει το ειδυλλιακό, όπως η «καθαρή»ηθογραφία, αλλά το τοπίο βρίσκεται σε συμφωνία ή σε αντίθεση με τα πρόσωπα. προσεγγίζει τη φύση, με την οποία δένεται, συνδυάζοντας τη μαρτυρία με την κατάθεση ψυχής .Πονά για τον πόνο του και προσπαθεί να τον απεικονίσει.
Επίσης χρησιμοποιεί την τεχνική του εγκιβωτισμού, προκειμένου να εξυπηρετήσει  την εξέλιξη της πλοκής και να μετέχει στα αυτοβιογραφικά στοιχεία.
Αναφορικά με το θέμα της πλάνης και της αμφισβήτησης της ύπαρξης μιας μοναδικής πραγματικότητας, στα διηγήματά του το θέμα αυτό εφαρμόζεται, όταν οι ήρωες δε γνωρίζουν τα πάντα και η σύνθεση διαφορετικών πραγματικοτήτων εκφράζεται μέσω των αντιθέσεων στο επίπεδο του φύλου, της οικογένειας και της εθνικότητας.
Σε όλα τα έργα του ο Βιζυηνός αντιπροσωπεύει τη θρακιώτικη παράδοση, όπως σημειώθηκε και παραπάνω. Όλοι οι ήρωές του κατάγονται από τη Βιζύη.
Κυριαρχεί μια κυκλική ανακύκλωση(αναφορά στο παρελθόν-επαναφορά στο παρόν και πάλι το ίδιο). Το ίδιο ισχύει και για το μύθο, που κορυφώνεται στο τέλος.
Αναφέρθηκε παραπάνω ότι αντλεί στοιχεία από τη λαογραφία. Στα λαογραφικά στοιχεία, που υπάρχουν στα έργα του, συγκαταλέγονται η περιγραφή της γειτονιάς, μιας θρησκευτικής τελετουργίας, μιας εκδήλωσης της μητρικής στοργής, στις οποίες(περιγραφές) ενυπάρχει συναισθηματική φόρτιση, θρησκευτικότητα κι επιστροφή στις ρίζες.
Πιο συγκεκριμένα , τα έργα «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον», «Ποίος ήτον ο φονευς του αδελφού μου», « Το αμάρτημα της μητρός μου» έχουν οικογενειακή υπόθεση, τοπικό πλαίσιο τη Βιζύη και την Κωνσταντινούπολη, όπου προβάλλεται το τοπίο  κι αυτοβιογραφικό χαρακτήρα.  Περιγράφει τον τόπο του κι οι ήρωες είναι :η μητέρα του, ο παππούς του, οι στενοί γνώριμοι, ο ίδιος ο εαυτός του, περιγράφοντάς του λεπτομερώς, μετατρέποντάς τους σε σύμβολα κι αποκτώντας μια καθολικότητα. Στόχος του είναι να προκαλέσει τους αναγνώστες να διεισδύσουν στην ιστορία.
Επηρεάζεται από ελληνικές παραδόσεις, ελληνοχριστιανικές αξίες και το αρχαίο και νεότερο πνεύμα.
Τέλος, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, ακόμη,  ότι στα έργα του Βιζυηνού κυριαρχεί μια τραγική, σκοτεινή μοίρα, κάτι μελαγχολικό.

Γλώσσα
Διγλωσσίαà αφήγηση σε λόγια γλώσσα με αρχαιπρεπείς εκφράασεις, διάλογος σε απλή γλώσσα, με ιδιωματισμούς

Το αμάρτημα της μητρός μου
Πρόκειται για ένα ηθογραφικό και ψυχογραφικό έργο, μ’έντονο αυτοβιογραφικό στοιχείο, που πρωτοδημοσιεύτηκε στο Παρίσι. Σύμφωνα με μελετητές είναι «ένα παράθυρο στη Θράκη του 19ου αιώνα, μια αναδρομή στα ήθη και τα έθιμα, τις αντιλήψεις και τις συνήθειες της εποχής, μια ευκαιρία σύγκρισης με τα σημερινά δεδομένα.».
Ο τίτλος φανερώνει 3 στοιχεία: ένα αμάρτημα, που είναι η αφετηρία και  θ’αποκαλυφθεί μόλις λίγο πριν το τέλος του διηγήματος, μια μητέρα, που είναι το κεντρικό πρόσωπο του διηγήματος και η κτητική αντωνυμία «μου», που δηλώνει ότι πρόκειται για τη δική του μητέρα, άρα το έργο είναι αυτοβιογραφικό, αφού ο συγγραφέας είναι συμπρωταγωνιστής.
Το έργο αναφέρεται στην προσπάθεια της μητέρας να σώσει την άρρωστη κόρη της, η οποία τελικά πέθανε και στην υιοθεσία άλλων 2 κοριτσιών στη συνέχεια. Η αγωνιώδης, όμως, προσπάθεια της μητέρας για τη σωτηρία της κόρης απέρρεε από τις τύψεις, που ένιωθε η μητέρα, λόγω ενός γεγονότος, που είχε προηγηθεί. Μια ευτυχισμένη, γαμήλια  τελετή, στην οποία η μητέρα ζαλίστηκε από το κρασί, οδήγησε σε μοιραίο λάθος. Η μητέρα πλάκωσε στον ύπνο της το μωρό της. Την πράξη αυτή, η μητέρα την κρατά μέσα της για 28 χρόνια. Από αυτό το γεγονός, αρχίζει και ξεδιπλώνεται η ροή του διηγήματος, χωρίς, όμως να έχει αποκαλυφθεί ακόμη το ένοχο μυστικό. Στόχος της σωτηρίας της κόρης της ήταν η εξιλέωση της μητέρας.
Στην αρχή του διηγήματος  παρουσιάζεται η οικογένεια του αφηγητή-συγγραφέα. Πρόκειται για τη χήρα μητέρα, που είναι προσηλωμένη στην κόρη της, παραμελώντας τα τρία αγοράκια της, τη μονάκριβη αδερφή του, που ονομάζεται Αννιώ, γιατί έτσι ονομαζόταν και το μωρό. (το ωνομάσαμεν Αννιώ..από το σπίτι).  Η δεύτερη Αννιώ αρρωσταίνει και πεθαίνει, παρά τις μάταιες προσπάθειες τη; μητέρας να τη σώσει με διάφορους τρόπους: γιατροσόφια, βότανα, φυλακτά, ευχές, προσευχές. Μετά το θάνατο του κοριτσιού ακολουθούν 2 αλλεπάλληλες υιοθεσίες κοριτσιών: η μια παντρεύεται και ακολουθεί η υιοθεσία μιας άλλης κόρης, της Κατερινιώς, που προκαλεί την αντίδραση των 2 αγοριών, λόγω της οικονομικής δυσχέρειας της οικογένειας. Ο αφηγητής απουσιάζει στο εξωτερικό κι όταν επιστρέφει η μητέρα του τού αποκαλύπτει το μυστικό της. Στη συνέχεια επισκέπτεται τον Πατριάρχη κι εξομολογείται το αμάρτημά της. Αν και ο Πατριάρχης τη συγχωρεί, αλλά   αυτή δε λυτρώνεται από τις τύψεις.  

Αυτοβιογραφικό υπόβαθρο
Ο Βιζυηνός διηγείται δικά του βιώματα και σκιαγραφεί τη μητέρα του, τον παππού του, τον εαυτό του κι άλλους συγγενείς του, προσδίδοντας στον καθένα μια καθολικότητα. Στόχος του είναι ν’αποδώσει το ανθρώπινο δράμα(κινείται ανθρωποκεντρικά) κι όχι να περιγράψει σκηνές. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι θέλει να ξαναζήσει αναδρομικά τα παιδικά του χρόνια .
Η αυτοβιογραφία είναι έκδηλη με:
·         Πρωτοπρόσωπη αφήγηση
·         Κτητική αντωνυμία «μου»
·         Αμεσότητα αφήγησης
·         Ομοδιηγητικός αφηγητής
·         Ταύτιση αφηγητή-συγγραφέα
·         Περιγραφή προσώπων και βιωμάτων του παρελθόντος

 Το βιωματικό υλικό
• Τα οικογενειακά ονόματα (Δεσποινιώ Μηχαλιέσα, Αννιώ, Γιωργής, Μιχαλιός, Χρηστάκης)
• Ο θάνατος του πατέρα και της Αννιώς
• Η παραμονή του αφηγητή στην Πόλη
• Το ταξίδι του στην Κύπρο
• Η δεύτερη μετάβασή του στην Πόλη




Θέμα, δομικός άξονας και θεματικός πυρήνας
Θέμα: ο θάνατος
Δομικός άξονας: η ασθένεια της Αννιώς και οι μάταιες προσπάθειες της μητέρας της να τη σώσει, για να εξιλεωθεί από τις τύψεις
Θεματικός πυρήνας: η ενοχή της μητέρας και η επίδραση που είχε στον ψυχισμό του αφηγητή .

Αφηγηματική προοπτική
Κυκλική δομή
·         Δέση
·         Κορύφωση
·         Λύση

Στο συγκεκριμένο διήγημα δεν έχουμε μονοκεντρισμό της πλοκής, αλλά έκταση της αφήγησης σε περισσότερα του ενός επεισόδια. Με την επιλογή της τεχνικής της απόκρυψης, η δέση-κορύφωση-λύση συμπυκνώνονται στην εξομολόγηση της μάνας.

Η ιδιοτυπία της πλοκής
Συνδυάζει τη μυστηριακή ατμόσφαιρα και τις μεταβλητές οπτικές γωνίες (του παιδιού-αφηγητή, του ενήλικου-αφηγητή και της μάνας) και θεμελιώνεται σε αντιθετικά μοτίβα:
• της πλάνης και αυταπάτης
• της διπλής αλήθειας
• της διπλής πραγματικότητας
• της αμφισημίας και της σχετικότητας

Η ιδιότυπη εστίαση
Σ’ αυτή την ιδιόρρυθμη πλοκή η εστίαση είναι αναγκαστικά εσωτερική. Η αφήγηση δίνεται από την οπτική γωνία ενός παιδιού που σταδιακά μεταβάλλεται (μεταβλητή εστίαση). Κάποιες στιγμές όμως ο αφηγητής-παιδί φαίνεται να γνωρίζει τα συναισθήματα και τα κίνητρα των υπολοίπων προσώπων. Κι ενώ η εσωτερική εστίαση επιβάλλει περιορισμένη γνώση, σε σχέση με το λαογραφικό υλικό ο αφηγητής έχει στάση παντογνώστη, αφού επεμβαίνει για να επεξηγήσει και να σχολιάσει έθιμα και λαϊκές δοξασίες, δηλώνοντας ότι γνωρίζει περισσότερα από κάθε άλλο αφηγηματικό πρόσωπο. Η εσωτερική οπτική γωνία του αφηγητή διευρύνεται επίσης με την αναφορά σε εξωτερικά συμβάντα στα οποία ο αφηγητής δεν είχε προσωπική συμμετοχή, είχαν όμως άμεση σχέση με αυτόν.

Η οπτική γωνία
Είναι περιορισμένη. Σ’ αντίθεση με της μητέρας του, που παραμένει αμετάβλητη, η δική του ωριμάζει. Ο αφηγητής και η μητέρα του είναι τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο κείμενο· τα υπόλοιπα αποτελούν απλά σημεία αναφοράς (δυαδική αφηγηματική δομή / δυαδική οπτική γωνία αφηγητή).
Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας οργανώνει την πλοκή είναι πρωτότυπος. Παρουσιάζει στην ουσία μια ιστορία, της οποίας το νήμα ξετυλίγεται από δύο διαφορετικά χρονικά σημεία και από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες, στο τέλος όμως τα δύο νήματα συνυφαίνονται. Είναι η ιστορία της οικογένειας του αφηγητή, που την παρακολουθούμε στο μεγαλύτερο μέρος του διηγήματος από την οπτική γωνία του Γιωργή, ενώ το τελευταίο τμήμα παρουσιάζεται από την οπτική γωνία της μητέρας. Οι δύο αφηγητές έχουν διαφορετική χρονική αφετηρία. Ο Γιωργής ξεκινά από την ασθένεια της αδελφής του και φτάνει στην εξομολόγηση της μητέρας και η μητέρα αρχίζει την ιστορία της λίγα χρόνια πριν από τη γέννηση του Γιωργή και καταλήγει στο ίδιο σημείο, παρακάμπτοντας όσα ήδη ειπώθηκαν.

Άφήγηση-Χρόνος της αφήγησης
Αφήγηση παλιού επεισοδίου, που εκτείνεται σε 28 χρόνια
Η αφήγηση δεν είναι ευθύγραμμη, είναι με αναχρονίες, με σκοπό να συνδεθούν περιστατικά του παρελθόντος με περιστατικά του παρόντος και του μέλλοντος και ν’ανακόψει τη μονοτονία.

Αφηγηματικά μοτίβα
Σημαντικοί συντελεστές πλοκής είναι και τα αφηγηματικά μοτίβα του διηγήματος:
• 1,α)Η επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς(Το μοτίβο της επιδείνωσης)àεξελίσσεται η πλοκή και περιγράφεται ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά της μητέρας. Η φράση επαναλαμβάνεται με διάφορες παραλλαγές.
Το μοτίβο είναι σημαντικό:

  • από άποψη τεχνικής γιατί συντελεί στη χρονική μετάβαση στην επόμενη φάση της ασθένειας

  • τονίζει την εντατικοποίηση των φροντίδων της μητέρας και την αυξανόμενη αδιαφορία της προς τα αγόρια.


    • 1,β)Η αφοσίωση της μητέρας στην κόρη à ο συγγραφέας υποφέρει από την αδιαφορία της μητέρας απέναντί του. Η μητέρα αντιλαμβάνεται τον πόνο του αγοριού μόνο μετά τη φυγή του από την εκκλησία.

    • 1,γ) Η αδιαφορία της μητέρας προς τα αγόριαà η αδιαφορία προς τα αγόρια κλιμακώνεται, όταν η μητέρα παρακαλεί το Θεό, στην προσευχή της, να της πάρει κάποιο αγόρι και να της χαρίσει το κορίτσι

    • 2) Το μοτίβο της στέρησης της μητρικής στοργής
      Η ψυχολογία αναφέρει ότι είναι τραυματική εμπειρία για ένα παιδί ο πρόωρος ή απότομος απογαλακτισμός και μπορεί να δημιουργήσει στο παιδί σύνδρομο αποστέρησης. Ίσως, πράγματι, ο αφηγητής να μην μπόρεσε ποτέ να απαλλαγεί από το σύνδρομο αυτό, το οποίο, σε συσχετισμό με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα που πιθανόν είχε, τον έκανε να υποφέρει βαθιά. Απόδειξη αυτού είναι το ότι δεν ένιωθε ζήλια για τη συμπεριφορά του πατέρα του προς την Αννιώ, παρόλο που και αυτός την είχε «μη στάξη και την βρέξη». Η αγάπη και των δύο γονέων ήταν βέβαια δεδομένη, άσχετα με το αν την ένιωθε ο Γιωργής ή όχι. Η ίδια η μητέρα τονίζει την αγάπη της στο Γιωργή (την απέδειξε άλλωστε και με την πράξη αυτοθυσίας της) και αναφέρει ότι ράγιζε η καρδιά της που τον έβλεπε να μαραίνεται από τη ζήλια.
Αναδρομικές αφηγήσειςà ρυθμίζουν τις ισορροπίες του κειμένου, αμεσότητα,ζωντάνια,παραστατικότητα
  • Η παρουσίαση του μοιρολογιού του πατέρα από ένα γύφτο
  • Η αυτοθυσία της μητέρας στο ποτάμι( στην πρώτη υιοθεσία)à αποκαθιστά τις σχέσεις γιωργή-μητέρας
  • Η ιστορία του αμαρτήματος της μητέρας

Πρόδρομες αφηγήσεις
  • Οι περιπέτειες του αφηγητή στην ξενιτιά
  • Η υπόσχεση του μικρού αγοριού ότι θα φροντίσει τη μητέρα του, που περιέχει μια ειρωνεία
Τα αφηγηματικά επίπεδα
Κοινό σημείο  αφετηρίας ιστορίας  και διηγήματος, είναι η  Αννιώ. Η μητέρα αφηγείται τη δραματική της ιστορία, που αποτελεί μια μακροσκελή ανάληψη (αναδρομική αφήγηση) και μια αφήγηση μέσα στην αφήγηση (εγκιβωτισμένη αφήγηση), με χρονική αφετηρία την περίοδο πριν από τη γέννηση της Αννιώς. Έτσι, μεταβαίνουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο αφήγησης, το μεταδιηγητικό.

Αφηγηματική δομή
Αφηγητής

Γιωργής

Μητέρα
Σχέση
Εξωδιηγητική
ενδοδιηγητική
Επίπεδο
Εξωδιηγητικό

Μεταδιηγητικό

Εστίαση
Οπτική γωνία
Εσωτερική
Παιδί
Ώριμος
Εξωτερική
Σταθερή

Αφηγηματικοί τρόποι

·         Αφηγηματική δύναμη, περιγραφική δεξιοτεχνία και  ψυχογραφική δύναμη με την οποία ο συγγραφέας διεισδύει στην παιδική ψυχή.
·         Η αφήγηση εναλλάσσεται με το διάλογο, ενώ οι περιγραφές είναι περιορισμένες και οργανικά ενταγμένες στην αφήγηση.
·         Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε κάποια σημεία μετατρέπεται σε εσωτερικό μονόλογο.
·         Στην αφήγηση παρεμβάλλονται σχόλια για τα ήθη και έθιμα της εποχής και αποδίδονται σε ελεύθερο πλάγιο λόγο οι σκέψεις άλλων.
 Αφηγηματικές τεχνικές
·         Η μυστηριώδης, αινιγματική πλοκή
·         Οι πολλαπλές αντιθέσεις (αλήθεια/πλάνη, άγνοια/γνώση, φως/σκότος , ανοιχτός χώρος-ευχάριστα γεγονότα/κλειστός χώρος-δυσάρεστα γεγονότα)
·         Η  ρεαλιστική αφήγηση
·         Οι  ψυχογραφικές εμβαθύνσεις
Το τέλος της αφήγησης
Με την εξομολόγηση της μητέρας, θεματικά, ολοκληρώνεται η ιστορία και λύνεται το αίνιγμα του τίτλου. Συναισθηματικά, η μητέρα εξιλεώνεται στην ψυχή του αναγνώστη τόσο ως προς τη στέρηση αγάπης προς το γιο όσο και ως προς την αμαρτία της. Το αμάρτημά της μπορεί να ήταν μεγάλο, αφού κατέληξε σε παιδοκτονία, το πλήρωσε όμως ακριβά με την ηθική της δοκιμασία.



Θεατρικότητα διηγήματος
  • Ομοδιηγητικός αφηγητής
  • Εναλλαγή αφήγησης-διαλόγου
  • Εναλλαγή καθαρεύουσας-δημοτικής
  • Δραματική πλοκή
  • Ύπαρξη πρωταγωνιστών-δευτεραγωνιστών
  • Συνεχή αλλαγή σκηνικού
  • Αληθοφάνεια χαρακτήρων
  • Ύπαρξη ενοτήτων με αυτοτέλεια
  • Εξομολόγηση μητέραςàμονόλογος

Ρόλος της γυναίκας στο διήγημα
  • Απαγόρευση κυκλοφορίας εκτός σπιτιού στις χήρες
  • Μόνο  τ’αγόρια ονομάζονταν παιδιά
  • Η γυναίκα παίρνει το επίθετο του άντρα της
  • Οι θρήνοι των γυναικών, που χηρεύουν πρέπει να είναι σεμνοί
  • Η νέα γυναίκα χαρακτηρίζεται από ατολμία
  • Ο θεσμός της προίκας
  • Η γυναίκα φοβάται τον άντρα της
  • Ένα ατύχημα, που προκαλεί συνοδεύεται από κοινωνική κατακραυγή
  • Η καταπίεση κοπέλας από γονείς
  • Η εξωτερική εμφάνιση της κοπέλας ( με φορέματα)

Λαογραφικά στοιχεία στο διήγημα
  • Σελ 126:         «αφ’οτου…κατά μέρος»                     à . Στοιχεία για τη θέση της γυναίκας
  • Σελ 127-128:  «πασα νόσος…μεταμορφωμένος»      à  αντιλήψεις για το εξωτικόν
  • Σελ 129:           «πότε επήγαινε..το ανάστημα»           à αντιλήψεις για θεραπεία ασθενειών

  • Σελ 129:           «έπρεπε λοιπόν..κατησχυμένον»        à αντιλήψεις για δαίμονες, αριθμό 40 κ.α.
  • σελ 132:            «κατά την λειτουργίαν…του εχθρού»à θρησκευτικά δρώμενα
  • σελ 134:             «ήτο το…αυτοσχεδίως»                     -à στοιχεία για μοιρολόγια
  • σελ 135:              στοιχεία για ενδυμασία,αρχιτεκτονική, σκεύη, φιλοξενία
  • σελ 136-137:      « μετά τινάς…να πιω»                          à αντιλήψεις για ζωή, θάνατο, ψυχή
  • σελ 139:              «ήδη…παρ’υμίν»                                  à θρησκευτικά και λαίκά δρώμενα περί υιοθεσίας
  • σελ 141:              «εγώ…εν τη ξένη»                                -à μετανάστευση
  • σελ 141,142,144: αναφορά στην προίκα
  • σελ 145:              « θα ήμην….εις τους γάμους της»           àλαϊκές γιορτές, προίκα, γάμος, θέση γυναίκας


  • σελ 147:   « ως τώρα…και ο πνευματικός μου» à εξομολόγηση
  • σελ 147:   «  ο μακαρίτης..μαζί»                          à ο αριθμός 40
  • σελ 148:   «το πρωί …πολύτερα»                        à γάμος,θέση γυναίκας
  • σελ 150:   «όταν…σχωροχάρτι»                           à συγχώρεση, συμβολικοί αριθμοί 3,12

Ενοχή-ενοχοποιημένη αγάπη στο διήγημα
Μητέρα: η αμαρτία της την αναγκάζει στην προσπάθεια για εξιλέωση και γι’αυτό αδιαφορεί για τους γιους της. Στόχος της είναι η εξιλέωση
Γιωργής: επιζητά τη μητρική στοργή, ενοχοποιώντας τον εαυτό του, γιατί απογοήτευσε τους γονείς του, γιατί δε γεννήθηκε κορίτσι και γιατί ζήλευε την άρρωστη κόρη του. Στόχος του είναι η εκπλήρωση του στόχου της μητέρας του, γι’αυτό και  προσπαθεί να τη βοηθήσει στην επίτευξή του, με την εξομολόγηση στον Πατριάρχη.

Επιδράσεις Βιζυηνού
  • προσωπικά βιώματα
  • οικεία πρόσωπα
  • θρακική ύπαιθρος(λαογραφικά έθιμα, ιδιωματική γλώσσα)
  • φαναριώτικη παιδεία( λόγια γλώσσα)
  • ευρωπαϊκή παιδεία( γνώσεις ψυχολογίας και φιλοσοφίας)
  • ευρωπαϊκή λογοτεχνία( δραματικός χαρακτήρας)

Εκκλησία
Οι  εικόνες  είναι δημιουργήματα της φαντασίας του αφηγητή ( ενόμιζον) και δημιουργούν τρόμο.
2 εικόνες και οι αντιθέσεις μεταξύ τους: ο άγιος που ζωντανεύει και οι νεκροί, που αναρριχώνται
Αντιθέσεις: ο άγιος είναι ένας-οι νεκροί πολλοί
                    Η φλόγα είναι ζεστή-ο άνεμος είναι κρύος
                    Η φλόγα έτρεμε-ο άνεμος σφύριζε
                    Ο άγιος επιδίωκε να κατέβει-οι νεκροί ανερριχώντο
                    Ο άγιος ήθελε να αποσπασθή-οι νεκροί ήθελαν να εισδύσουν
                    Η κίνηση της φλόγας είναι ασθενής-ο άνεμος έχει ένταση

Ενότητες
1η ενότητα; «άλλην αδελφήνμονό εμέ πλησίον της»
2η ενότητα: « ενθυμούμαι ακόμη..από τα βάσανά του»
3η ενότητα: «πολλοί..απηρχόμην εις τα ξένα»
4η ενότητα: « η μήτηρ…φόβου»
5η ενότητα: «η μητηρ μου εκρέμασε..κι εγώ εσιπωπησα»

Η αντίδραση του αφηγητή στην προσευχή της μάνας
  • φυγή, φόβος, τρίξιμο δοντιών, κλάμα
  • αποκατάσταση ψυχραιμίας
  • αυτοκριτική
  • εξαγωγή συμπεράσματος ότι η μητέρα δεν τον αγαπά
  • αίσθημα απόρριψης

Παρουσία γύφτου
δημιουργεί φόβο κι ευαισθησία ταυτόχρονα
διαφορά μοιρολογιών σε διάφορα μέρη-μοιρολογιού συγκεκριμένου διηγήματος
·         ο συνθέτης είναι άντρας
·         δεν το συνθέτει ( το μοιρολόϊ εκείνη την ημέρα)
·         δεν το τραγουδά ο ίδιος

Η πρώτη υιοθεσία
Ο αφηγητής τη  ζει
Θρησκευτικό δρώμενο: στην εκκλησία
Λαϊκό δρώμενο: στο σπίτι
Συμμετέχουν: ο εκπρόσωπος του θεού ( ιερέας)
                       ο εκπρόσωπος του λαού( πρωτόγερος)
                       η νέα μητέρα και νέα αδέρφια
                       οι φυσικοί γονείς
                      οι συγγενείς και των 2 πλευρών
                      η εκκλησιαστική κοινότητα

Η δεύτερη  υιοθεσία
Ο αφηγητής είναι απών
Περιγράφονται τα αρνητικά συναισθήματα των αδερφών


Τέλος διηγήματος
Δεν επιτυγχάνεται η κάθαρση και η απενοχοποίηση  των ηρώων.




 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η παρουσίαση του Γεώργιου Βιζυηνού στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας

Πώς παρουσιάζεται ο Γεώργιος Βιζυηνός στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας; Ας δούμε σήμερα την παρουσίασή του τόσο στην Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Λίνου Πολίτη, όσο και σ' αυτή του Μario Vitti.
1. O Λίνος Πολίτης, λοιπόν, χαρακτηρίζει το Γεώργιο Βιζυηνό ως τον πραγματικό εισηγητή του ηθογραφικού διηγήματος και το Αμάρτημα της Μητρός μου ως το πρώτο καθαυτό ελληνικό διήγημα.
Βλέπει πως τα διηγήματά του αναφέρονται στις αναμνήσεις του συγγραφέα και αποδίδουν το περιβάλλον του θρακιώτικου χωριού. Θεωρεί πως "έξοχη είναι στα περισσότερα η ψυχολογική διαγραφή των προσώπων, ισχυρότατη η συνθετική ικανότητα και η αφηγηματική χάρη." Και σχετικά με τη γλώσσα, "μένει πάντα η καθιερωμένη ακόμη για την πεζογραφία καθαρεύουσα, αλλά ο δημοτικός διάλογος, διανθισμένος μάλιστα με πολλά στοιχεία του βορειοελλαδίτικου ιδιώματος, δίνει μια ιδιαίτερη ζωντάνια"
( Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ΜΙΕΤ,δ΄εκδ, Αθήνα 1985, σελ. 201-203)

2. Ο Mario Vitti δίνει ως πρώτο χαρακτηριστικό των διηγημάτων του Βιζυηνού το γεγονός ότι "εμπλουτίζει την αφήγησή του με την ίδια εκείνη λαϊκότροπη εμπειρία, αντλώντας από τον κόσμο των παιδικών του χρόνων στο χωριό." Προσθέτει πως "παραθέτει θρύλους ή αφελείς δεισιδαιμονίες, μνήμες [...] προσώπων που γνώρισε στη νεότητά του. Αυτές τις μνήμες, κατά το Vitti, δεν τις παραθέτει ακατέργαστες. "Κάτι που τον βασανίζει εσωτερικά, που άλλοτε βγαίνει στην επιφάνεια και άλλοτε υποβόσκει σε λανθάνουσα κατάσταση, προσδίδει στον τόνο της εξομολόγησης μια χροιά μελαγχολίας ή, ανάλογα με τη στιγμή, μια επιφάνεια τρυφερής ειρωνείας." Παρόλο που αφηγείται γεγονότα αληθοφανή, που μπορεί και να έχουν συμβεί στην οικογένειά του, συχνά εκτείνει τη διήγηση και πέρα από τη μυθοποίηση της διήγησης, φορτίζοντας τα γεγονότα με μια συγκινητική ένταση που πλησιάζει πολύ το ρίγος".
Για το Vitti, ο Βιζυηνός " διαμορφώνει ένα σχήμα αφήγησης που, χρησιμοποιώντας πότε το όνειρο, πότε τις παραισθήσεις και καταφεύγοντας συχνά στο απρόοπτο και το μυστήριο, εισδύει σε βάθος στα ψυχικά κίνητρα των πρωταγωνιστών, δεν περιπίπτει όμως στο σφάλμα να τα εξηγήσει, όπως κάνουν άλλοι πεζογράφοι του καιρού του. Μόνιμη πηγή τους είναι πρόσωπα και καταστάσεις που ο Βιζυηνός είχε γνωρίσει από κοντά κατά τα παιδικά του χρόνια στην επαρχία, αλλά ο χειρισμός του υλικού αυτού δεν έχει καμία σχέση με τη ρεαλιστική οπτική. Είναι φανερό ότι τα χαρακτηριστικά αυτά δεν είναι τυχαία σε ένα συγγραφέα που είχε ασχοληθεί με την ψυχολογία και που, τα χρόνια που έζησε στο εξωτερικό, είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει από κοντά τα δυτικά λογοτεχνικά ρεύματα".
(Mario Vitti, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Οδυσσέας, 1987, σελ. 294-297)





                  
















.












Η ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ Γ.ΒΙΖΥΗΝΟΥ


  •   Τα διηγήματα του έχουν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα ή συνδέονται με τις περιπέ­τειες της οικογένειας του. Σε όλα συμμετέχει ο συγγραφέας ως αφη­γητής και σε ορισμένα μάλιστα διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη του μύθου. Τα διηγήματα Το αμάρτημα της μητρός μου, Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου και Το μόνον της ζωής του ταξίδιον, έχουν υπόθεση οικογενειακή και τοπικό πλαίσια τη Βιζύη της Θράκης και την Κωνσταντινούπολη.

  •   Η παραστατική δύναμη με την οποία ζωγραφίζει το τοπίο, σε σχέση με το ανθρώπινο δράμα πάντοτε, με τρόπο ώστε να δίνει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στο μύθο, αποκαλύπτουν την ποιητική ευαισθησία και τις ρομαντικές καταβολές της πεζογραφίας του. Ας μην ξεχνάμε ότι προηγήθηκε η ποιητική του δημιουργία.
* «Εις τα διηγήματα αυτά, εντυπώσεις και αναμνήσεις των παιδικών χρόνων, της νεανικής ηλικίας, ως είδος τι οικογενειακών απομνημονευμάτων, το πρόσωπον του συγγραφέως, εξερχόμενον επί της σκηνής διαδραματίζει ουσιώδες μέρος· δια τούτο και η αλήθεια αυτών έχει τι το οικείον και το ψηλαφητόν, το αρρήκτως ειλικρινές, το προκαλούν ευθύς εξ αρχής την εμπιστοσύνην, το επιτείνον την συγκίνησιν»             (Κωστής Παλαμάς).

  •     Κύριο χαρακτηριστικό της πεζογραφίας του είναι το αφηγημα­τικό πλάτος. Η παρατήρηση του Παλαμά ότι τα διηγήματα του «μι­κρόν τι υπολείπονται όπως αναπτυχθώσι εις μυθιστορήματα», είναι σωστή. Οι περιπέτειες, η περίτεχνη πλοκή, οι εντάσεις και οι απροσδόκητες εξελίξεις, σε συνδυασμό με το δραματικό περιεχόμενο, είναι αρετές που ταιριάζουν σ' ένα καλό μυθιστοριογράφο. Οι περιγραφές του συχνά συναγωνίζονται την εικονική πληρότητα και την εσωτερικότητα των περιγραφών του Παπαδιαμάντη.
  •   Ο ανθρωπισμός του Βιζυηνού φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο δίνει τον πάσχοντα ήρωα του. Κεντρική θέση στο έργο του έχει το πρόσωπο της μητέρας. Η μητέρα του, η Δεσποινιώ του Μαχαλιέσσα, είναι το κεντρικό πρόσωπο στο διήγημα Το αμάρτημα της μη­τρός μου και ένα από τα κύρια πρόσωπα στο Ποίος ήτον ο φονεύς τον αδελφού μου. Ο Βιζυηνός έχει την ικανότητα να διαγράφει αυθυπόστατους ανθρώπινους τύπους, επιμένοντας πολύ στη λεπτομερεια­κή απόδοση των ψυχικών τους καταστάσεων. Οι ήρωες του ιδωμένοι με αγάπη, έχουν μια ειδική ευαισθησία, είναι ήρωες παθητικοί. Μοι­ραία θύματα της ιδιοτυπίας του ψυχικού τους κόσμου, αντιδρούν νο­σηρά στις καταστάσεις που αντιμετωπίζουν και οδηγούνται στην κα­ταστροφή.
Η πεζογραφία του, ψυχολογική κατά βάθος και ψυχογραφική, παρ’ όλα τα ηθογραφικά και λαογραφικά της στοιχεία, παρουσιάζεται υποταγμένη αρμονικά στις απαιτήσεις της πλοκής και του μύθου. Αυτά τα δύο αποτελούν τον κύριο μοχλό που προκαλεί και οξύνει τις ψυχολογικές καταστάσεις και συχνά οδηγεί τα πρόσωπα σε μια οξύτατη κρίση συνειδήσεων, όπως παρατηρεί ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος.



Η  ηθογραφία του
Εμφανίζεται σε μια εποχή κατά την οποία στην Ελλάδα, με τον Νικόλαο Πολίτη, είχε αρχίσει να αναπτύσσεται η λαογραφία ως επιστήμη και οι πεζογράφοι είχαν στραφεί προς την ειδυλλιακή ύπαιθρο, με στόχο την περιγραφή των ηθών και εθίμων του ελληνικού λαού. Έτσι, καλλιεργήθηκε το ηθογραφικό διήγημα. Σε αντίθεση με το παλιό ιστορικό μυθιστόρημα, το γεμάτο από υπερβολές, φανταχτερές περιπέτειες, πληθωρικές αναδρομές στο χώρο και το χρόνο, η νέα πεζογραφική γενιά και μαζί τους ο Γ. Βιζυηνός -στην πρώτη γραμμή- οικοδομεί τη νέα μορφή του πεζού νεοελληνικού λόγου (το ηθογραφικό και ψυχογραφικό διήγημα) με μια απλή, ίσως, απλοϊκή, καθημερινή θρακιώτικη προπάντων θεματογραφία. Οι ήρωες του είναι οι δικοί του: η μητέρα του, ο παππούς του, οι στενοί του γνώριμοι, ο ίδιος του ο εαυτός. Με την τέχνη του, όμως, αποκτούν μια καθολικότητα και γίνονται σύμβολα, διευρύνονται στη σκέψη των αναγνωστών και από θρακιώτικα πρόσωπα και πράγματα γίνονται πανανθρώπινα.
 Όλα τα ηθογραφικά στοιχεία του έργου του  εντάσσονται τόσο φυσι­κά στην αφήγηση του, ώστε ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι τί­ποτε δεν είναι προγραμματισμένο. Συναιρεί με τέχνη έναν εξιδανι­κευμένο ρομαντισμό (πρέπει να έχει τις ρίζες του στην παράδοση της Α' Αθηναϊκής  Σχολής, αλλά είχε εκλεπτυνθεί από τη μελέτη της γερμανικής ποίησης), με τα ηθογραφικά στοιχεία και τα ψυχολογικά ενδιαφέρον­τα.

  •  Η γλώσσα
Ο  Bιζυηνός ήταν ένας  πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος. Το ταλέντο του είχε ωριμάσει με τις ειδικές σπουδές στη φιλοσοφία, την ψυχολογία και τη μελέτη των Γερμανών   καλλιτεχνών .Ασχολήθηκε με τη μελέτη της θεωρίας του ωραίου του Πλωτίνου,  γεγονός που τον επηρέασε  ακόμη και στις γλωσσικές του επιλογές: δείχνει μια ιδιαίτερη επιμέλεια στη χρησιμοποίηση του εκφραστικού οργάνου. Η καθαρεύουσα του φτάνει σε ωραία εκφραστικά επιτεύγματα. Αλλά και όταν χρησιμοποιεί τη δημοτική, για να δώσει ρεαλιστικά τους ανθρώπινους τύπους, η γλώσσα έχει υποστεί μια ιδιαίτερη καλλιτε­χνική επεξεργασία
“Η γλώσσα του αποπνέει μια ζεστασιά ζωής”, αναφέρει ο Νικηφόρος Βρεττάκος. “Η καθαρεύουσα του είναι προσωπική, σαν του Παπαδιαμάντη. Όντας άτομο προικισμένο με εσωτερικές δυνάμεις και έχοντας μέσα του μια αγάπη παθιασμένη για το θρακικό χώμα και τους ανθρώπους του, ο Βιζυηνός κατάφερε να διεισδύσει περισσότερο στο εσωτερικό της ψυχής τους, όπως της μάνας του, της Δεσποινιώς. Κάθε έργο τέχνης είναι μια κιβωτός που μεταφέρει ένα απόσπασμα ζωής από τον πλανήτη μας. Η κιβωτός του Βιζυηνού μεταφέρει τη Βιζύη και τις πρώτες του εμπειρίες από αυτή που είχαν γίνει μέρος της ψυχής του. Ο εγχάρακτος στο χρόνο λόγος του, δηλαδή, έγινε με την καταγραφή αυτών που είδε, άκουσε και έζησε σαν παιδί, αυτών που πέρασαν μέσα στο αίμα του. Ο Βιζυηνός επαλήθευσε με την εσωτερική του ανθρώπινη αυτονομία την ύπαρξη της ελληνικής ρίζας που, παρά τις εναντιώσεις των καιρών, ανθοβολεί συχνά εκεί που δεν το περιμένει κανείς”.











ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ:   Μ. Καραγάτση:   «Η μεγάλη Χίμαιρα
Να συγκρίνετε «το αμάρτημα της μητρός μου» ( το απόσπασμα με την εγκιβωτισμένη αφήγηση του ακούσιου φόνου απο τη Δεσποινιώ ) με το απόσπασμα από τη «Μεγάλη Χίμαιρα» που ακολουθεί: 
(Η Μαρίνα Ρεΐζη  ζει  στη Σύρα, στο αρχοντικό της πεθεράς της, μαζί με την πεντάχρονη κόρη της Αννούλα, ενώ ο άντρας της ταξιδεύει. Παρασυρμένη από τις ανεκπλήρωτες ερωτικές της επιθυμίες, ένα βράδυ φεύγει κρυφά από το αρχοντικό και επιστρέφει τα ξημερώματα, αναζητώντας ερωτική συντροφιά. Το ίδιο βράδυ η κορούλα της πηγαίνει στο δωμάτιο της και μιας και δεν την βρίσκει εκεί,   περιμένοντας τη, κοιμάται στην πολυθρόνα μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο … Ο παγωμένος χειμωνιάτικος αέρας θα αρρωστήσει με πνευμονία τη μικρή, η οποία τελικά θα πεθάνει ,την ίδια βραδιά που η Μαρίνα θα συναντηθεί ερωτικά με τον Μηνά, τον αδελφό του άντρα της… Η πεθερά της Μαρίνας και γιαγιά της μικρής, η Ρεΐζαινα αναλαμβάνει το ρόλο του κριτή – τιμητή για τη νύφη της.
(Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από τη μοιραία νύχτα…)
Γονάτισε πλάι στην πολυθρόνα. Τα ανήσυχα χέρια της έψαξαν το μικρό κορμί. Φλεγόταν στον πυρετό .Αννούλα! Είπε ξανά. Η φωνή της είχε κάτι απ’ τον ρόγχο της αγωνίας. Τράνταξε νευρικά τη μικρή, θέλοντας να την ξυπνήσει. Μα το παιδί ήταν πεσμένο σε βύθος. Ανασηκώθηκε και κοίταξε ολόγυρα με μάτια αλαλιασμένα, σα να μην ήξερε τι να κάνη σα να γύρευε βοήθεια από τα άψυχα και τα’ ανύπαρχτα. Και με μιας, έτρεξε στην πόρτα την άνοιξε και φώναξε: Μητέρα! Μητέρα!
Στο βάθος του διαδρόμου άνοιξε μια άλλη πόρτα. Η φωνή της Ρεΐζαινας αντήχησε ανήσυχη! Τι τρέχει;
Ελάτε γρήγορε. Η Αννούλα δεν είναι καλά!
Η γριά πρόστρεξε όπως είχε σηκωθεί απ’ το κρεβάτι, με τη μακριά μαύρη της πουκαμίσα.
Τι τρέχει; Τι έχει το παιδί;
Έκανε να πάει κατά την πολυθρόνα, όπου η Αννούλα κειτόταν βουλιαγμένη στο λήθαργο του πυρετού. Κι άξαφνα κοντοστάθηκε. Το σκληρό, το μαύρο μάτι της έφερε ένα γύρο την κάμαρα. Είδε, πάνω στο ανακατεμένο κρεβάτι, το αδιάβροχο και το μπερέ. Είδε τη Μαρίνα ντυμένη με ρούχα τσαλακωμένα, με μορφή ξαγρυπνισμένη και στραπατσαρισμένη. Είδε την εγγονούλα της με τα μασκαράτικα, κοιμισμένη στην πολυθρόνα, δίπλα στ’ ανοιχτό παράθυρο.
Δεν ξεστόμισε λόγο. Η μορφή της ήταν τώρα παγωμένη, σκληρή, λες και χοντροπελεκημένη σε γρανίτη. Έσκυψε και με χέρια που έτρεμαν από λαχτάρα έπιασε το κοιμισμένο παιδί, το ανασήκωσε, το ‘σφίξε στο ξερό της στέρνο. Και δίχως να ρίξει μια ματιά στη νύφη της, βγήκε απ’ την κάμαρα .Η Μαρίνα απόμεινε ακίνητη, παγωμένη. Με μάτι λαφιασμένο είδε τη μαύρη σκιά να χάνεται στο μισοσκόταδο του διαδρόμου, με την Αννούλα στην αγκαλιά. Και κατάλαβε πως το παιδί της έφυγε για πάντα… Το παιδί μου! Στριγγλίζει η Μαρίνα. Το παιδί μου! Αρπάζει το νεκρό κορμί, το πασπατεύει, το αγκαλιάζει, το κοιτάει με μάτια ξέφρενα. Δε θέλει να πιστέψη. Δεν μπορεί…
Τι το κοιτάς; σαρκάζει η γριά. Είναι πεθαμένο το παιδί σου!
Η Μαρίνα σωπαίνει. Κρατάει το μικρό πτώμα πάνω στο γυμνό της στήθος, με χέρια ξυλιασμένα. Κοιτάει πέρα, πουθενά, με μάτι γυμνό από φρόνηση. Τότε η Ρεΐζαινα σκύβει και πλησιάζει το πρόσωπο του Μηνά, που κοιτόταν ασάλευτος κι ανέκφραστος, σα χτυπημένος από κεραυνό. Τον κοιτάει στα μάτια, με μάτια που σπαράζουν από σιχασιά, από μίσος. Και σουρώνοντας τα γέρικα χείλη της, τον φτύνει κατάμουτρα.
Φτού σου! Άτιμε! Αναστήλωσε ξανά το κορμί της. Ανάσανε με λυτρωμό. Και στητή, και μεγαλόπρεπη, και φοβερή βγήκε απ’ την κάμαρα.
(......)


Τη θάψανε το απόγευμα. Ήταν μια μέρα χλιαρή κι ηλιόλουστη. Ο Σορόκος, αφού μάνιασε κοντά ως το μεσημέρι, γύρισε σε Απηλιώτη μαλακό και γλυκό, που ‘δίωξε τα σύννεφα. Η θάλασσα ξαπλωνόνταν βαθυγάλανη και μόλις ανήσυχη…

Μάνα και Γιος (Νικηφόρος Βρεττάκος)
Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε

κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,

μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος

σαν να 'χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν

τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν

οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν: "Ίτε παίδες Ελλήνων ..."

Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα,

ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.

Κι οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ' ανέβαιναν

Με τη ευκή στον ώμο τους κατά το γιο παγαίναν

και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες

κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους

κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,

μ' αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα,

κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα

χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ' την άλλη.





2003
1. Ιούνιος
Α΄. ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα: Όταν επανήλθον να καθίσω πλησίον της...Ύστερα όμως άρχισε να γίνεται σιγανός και συλλογισμένος. σ.147-150).
Β΄. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Από πού αντλεί το αφηγηματικό υλικό του ο Γεώργιος Βιζυηνός και πώς το αξιοποιεί; (Μονάδες 9) Να αναφέρετε τρία σημεία του παραπάνω κειμένου, τα οποία τεκμηριώνουν τη θέση σας (Μονάδες 6).
Μονάδες 15
2. Να αναφέρετε, με παραδείγματα μέσα από το παραπάνω κείμενο, πέντε από τα βασικά χαρακτηριστικά της διηγηματογραφίας του Βιζυηνού.
Μονάδες 20
3. "Ο Βιζυηνός έχει την ικανότητα να διαγράφει αυθυπόστατους ανθρώπινους τύπους, επιμένοντας πολύ στη λεπτομερειακή απόδοση των ψυχικών καταστάσεων. Οι ήρωές του, ιδωμένοι με αγάπη, έχουν μια ειδική ευαισθησία, είναι ήρωες παθητικοί". (Γιώργος Παγανός, Η Νεοελληνική Πεζογραφία, τ. Α΄, Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1999). Να επαληθεύσετε την παραπάνω άποψη με στοιχεία από το απόσπασμα του Γ. Βιζυηνού.
Μονάδες 20
4. "- Το πλάκωσες, γυναίκα, το παιδί μου! - είπεν ο πατέρας σου, και τον επήραν τα δάκρυα. Τότε άρχισα εγώ να κλαίγω στα δυνατά και να ξεφωνίζω. Μα ο πατέρας σου έβαλε το χέρι του στο στόμα μου και - Σους! με είπε. Τι φωνάζεις έτσι, βρε βώδι; - Αυτό με το είπε. Θεός σχωρέσ' τονε. Τρία χρόνια είχαμε πανδρευμένοι, κακό λόγο δεν με είπε. Κ' εκείνη τη στιγμή με το είπε. - Ε; Τι φωνάζεις έτσι; Θέλεις να ξεσηκώσης τη γειτονιά, να πη ο κόσμος πως εμέθυσες κ' επλάκωσες το παιδί σου;".
Να σχολιάσετε σε δύο παραγράφους (130-150 λέξεις) τη στάση του πατέρα, όπως αυτή προκύπτει από το παραπάνω απόσπασμα.
Μονάδες 25
5. Να γίνει συγκριτικός σχολιασμός του αποσπάσματος από "Το αμάρτημα της μητρός μου" του Γ. Βιζυηνού με το παρακάτω απόσπασμα από την "Αναφορά στον Γκρέκο" του Νίκου Καζαντζάκη όσον αφορά στη θέση της γυναίκας.
Μονάδες 20
Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, (απόσπασμα).
Μονάχα μια φορά θυμούμαι τη μητέρα μου να λάμπει παράξενα το μάτι της, να γελάει και να χαίρεται, σαν όταν θα 'ταν ανύπαντρη ή αρραβωνιασμένη. Πρωτομαγιά, είχαμε πάει σ' ένα χωριό, στη Φόδελε, γεμάτο νερά και περβόλια πορτοκαλιές, να κάμει ο πατέρας μου μια βάφτιση. Οπόταν, άξαφνα, σφοδρή νεροποντή ξέσπασε, γίνηκε ο ουρανός νερό κι άδειασε απάνω στη γης, κι αυτή κακάριζε, άνοιγε και δέχουνταν τ' αρσενικά νερά βαθιά στον κόρφο της. Είχαν μαζευτεί οι προύχοντες του χωριού, με τις γυναίκες τους και τις κόρες, στο μεγάλον οντά του κουμπάρου, η βροχή κι οι αστραπές έμπαιναν από τις χαραμάδες της πόρτας και των παραθυριών, ο αέρας μύριζε πορτοκάλι και χώμα. Και μπαινόβγαιναν τα τραταρίσματα, τα κρασιά, τα ρακιά κι οι μεζέδες, πήρε να βραδιάζει, άναψαν τα λυχνάρια, οι άντρες ήρθαν στο κέφι, οι γυναίκες οι χαμοβλεπούσες σήκωσαν τα μάτια κι άρχισαν να κακαρίζουν σαν τις πέρδικες· κι όξω από το σπίτι μούγκριζε ακόμα ο Θεός, πλήθαιναν οι βροντές, τα στενά δρομάκια του χωριού είχαν γίνει ποτάμια, κατρακυλούσαν οι πέτρες και χαχάριζαν, είχε γίνει ο Θεός νεροποντή κι αγκάλιαζε, πότιζε, κάρπιζε τη γης.
Κι ο κύρης στράφηκε στη μάνα μου, πρώτη φορά είδα να την κοιτάζει με τρυφεράδα, κι η φωνή του πρώτη φορά είχε γλυκάνει:
- Μαργή, της είπε, τραγούδηξε.
Της έδινε την άδεια, μπροστά σε τόσους άντρες, να τραγουδήσει· κι εγώ σηκώθηκα ανταρεμένος· δεν ξέρω γιατί, είχα θυμώσει· έκαμα να τρέξω στη μάνα μου, σα να 'θελα να την προστατέψω· μα ο κύρης με άγγιξε με το δάχτυλό του στον ώμο και με κάθισε κάτω. Κι η μάνα μου φάνηκε αγνώριστη, γυάλιζε το πρόσωπό της, σα να το αγκάλιαζαν όλες οι βροχές κι οι αστραπές, σήκωσε το λαιμό, και θυμούμαι τα μακριά κορακάτα μαλλιά της λύθηκαν ξαφνικά, της σκέπασαν τις πλάτες και κατέβηκαν ώς τα γοφιά της. Κι άρχισε ... τι φωνή ήταν εκείνη, βαθιά, γλυκιά, λίγο βραχνή, όλο πάθος· μεσόκλεισε τα μάτια της κατά τον κύρη και τραγούδησε μια μαντινάδα. Δε θα την ξεχάσω ποτέ τη μαντινάδα αυτή· τότε δεν κατάλαβα γιατί την είπε, για ποιον την είπε· αργότερα, σα μεγάλωσα, κατάλαβα. Τραγουδούσε με τη γλυκιά, γεμάτη συγκρατημένο πάθος φωνή της και κοίταζε τον πατέρα:
Θαμάζουμαι όταν περπατείς πώς δεν ανθούν οι ρούγες
και πώς δε γίνεσαι αϊτός με τις χρυσές φτερούγες!
Γύρισα πέρα τα μάτια, να μη βλέπω τον κύρη, να μη βλέπω τη μάνα, πήγα στο παραθύρι κι ακούμπησα το κούτελό μου στο τζάμι κι έβλεπα τη βροχή να πέφτει και να τρώει τα χώματα.
2. Ιούλιος
Α΄. ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα: Ενθυμούμαι ακόμη...Και διηυθύνθην προς την οικίαν μας, περίλυπος και απηλπισμένος. σ.131-134).
Β΄. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι ο Βιζυηνός προωθεί την ηθογραφία προς την κατεύθυνση της ψυχογραφίας. Το "Αμάρτημα της μητρός μου", μάλιστα, είναι κατεξοχήν ψυχογραφικό διήγημα. Επαληθεύεται ο χαρακτηρισμός αυτός από το πιο πάνω απόσπασμα; Να δώσετε τρία παραδείγματα, σχολιάζοντάς τα.
Μονάδες 15
2. Βασικά χαρακτηριστικά του αφηγηματικού λόγου στο "Αμάρτημα της μητρός μου" είναι, μεταξύ άλλων, η περιγραφή, οι αναδρομές, η προσήμανση και η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Να επισημάνετε (με ένα παράδειγμα για κάθε περίπτωση) την ύπαρξη αυτών των χαρακτηριστικών στο συγκεκριμένο απόσπασμα και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.
Μονάδες 20
3. "Η άρρωστη Αννιώ παραμένει το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, αλλά οι πρωταγωνιστές τώρα είναι άλλοι: η μητέρα και ο αφηγητής γιος της [...]". (Παν. Μουλλάς, "Εισαγωγή" [στο:] Γ. Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της "Εστίας" 1998, σ. ρδ΄). Συμφωνείτε με την άποψη αυτή; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
Μονάδες 20
4. "[...]- Σου έφερα δύο παιδιά μου στά πόδια σου... χάρισέ μου τό κορίτσι! [...] Κανείς δέν μ' εκυνήγει". Με βάση το πιο πάνω χωρίο, να σχολιάσετε σε ένα κείμενο 120-140 λέξεων την απήχηση λόγων της μητέρας στο μικρό Γιωργή.
Μονάδες 25
5. Να συγκρίνετε τα συναισθήματα που τρέφει ο συγγραφέας για τη μητέρα του στο απόσπασμα που σας δόθηκε και στο πιο κάτω ποίημά του.
Μονάδες 20
Στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά
Για ευτυχία εμβήκα, για ζωής χαρά,
κ' εγώ σ' αυτή την πλάσι, καθώς άλλοι
παιδί την έχω αδράξει μ' ελαφρά φτερά,
σε κάθε μόσχο, κάθε ανθό που θάλλει7.
Κι αν ευτυχή κανένας δεν μ' εκάλει,
χαρά το είχα καν το βράδυ στη φωλιά
αμέριμνο να γέρνω το κεφάλι
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
Παλληκαράκι, πλιότερο από μια φορά
η ελπίδα και του πόθου η παραζάλη,
απ' της ζωής μ' εσύραν τα ρηχά νερά
και της ξανθής αγάπης μου τα κάλλη
η ευτυχία, μ' είπαν, θα προβάλη.
Μα, απέθανε η χαριτωμένη κοπελλιά,
και, ναυαγός, ευρήκα παραγιάλι8
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
Λεβέντης, εξερρίζωνα τα γλυκερά
αισθήματα από την καρδιά που πάλλει
κι' αν ρίπτω της πικρής αλήθειας τη σπορά,
αχ, πότε, πότε ένα καρπό θα βγάλη.
Του βίου μ' εγονάτισεν η πάλη
λαχτάρησα ησυχία μια σταλιά,
μα δεν την έχω πια, να γείρω πάλι
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
Ω Φύσις, δέσποινά μου και μεγάλη,
δεν έχω πια στον κόσμο αυτό δουλειά.
Η αγάπη σου στον τάφο πια ας με βάλη,
στην αγιασμένη της μαννούλας μου αγκαλιά.
2. Ιούλιος
 Α΄ ΚΕΙΜΕΝΟ: Γεώργιος Βιζυηνός, ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ (απόσπασμα: 'Αλλην αδελφήν δεν είχομεν ...Η ασθένεια της πτωχής μας αδελφής ήτον ανίατος. σ. 125-129)
[Δίδεται η σημασία των παρακάτω λέξεων]:
1. φειστικωτέρας: ευσπλαχνικότερης
2. ρεμβώδες: ονειροπόλο
3. ιδιάζει: αρμόζει, ταιριάζει
4. κάποθεν: από κάπου
5. εξωτερικόν: παράξενος στην εμφάνιση
6. γοητείας: μαγείες, γητιές
7. σαλαβάτια: προσευχές

Β΄ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Α. Κύριο χαρακτηριστικό της διηγηματογραφίας του Γ. Βιζυηνού είναι το αυτοβιογραφικό στοιχείο. Να γράψετε τρία παραδείγματα από το απόσπασμα που σας δόθηκε, στα οποία εντοπίζονται προσωπικές και οικογενειακές μνήμες του συγγραφέα.
Μονάδες 15
Β1. Ο Κ. Μπαλάσκας, αναφερόμενος στο έργο του Βιζυηνού, γράφει: «Το έργο του Γ. Βιζυηνού προκάλεσε ζωηρές εντυπώσεις και η κριτική το υποδέχτηκε πολύ θετικά. Ιδιαίτερα τονίστηκε [...] το ψυχολογικό-ψυχογραφικό στοιχείο, του οποίου μπορούμε να πούμε ότι ο Βιζυηνός είναι ο εισηγητής [...]. Κυρίως εντυπωσίασε η ικανότητά του να πλάθει ζωντανούς χαρακτήρες...». Επαληθεύεται η παραπάνω άποψη για την ψυχογραφική δύναμη του Γ. Βιζυηνού στο απόσπασμα που σας δόθηκε; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
Μονάδες 20
Β2. Ποια χαρακτηριστικά της γλώσσας του Γ. Βιζυηνού εντοπίζετε στο συγκεκριμένο απόσπασμα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας με αναφορές στο κείμενο.
Μονάδες 20
Γ. «Αφ' ότου απέθανεν ο πατήρ μας, δεν είχεν εξέλθει της οικίας. Διότι εχήρευσε πολύ νέα και εντρέπετο να κάμη χρήσιν της ελευθερίας, ήτις, και εν αυτή τη Τουρκία, ιδιάζει εις πάσαν πολύτεκνον μητέρα. Αλλ' αφ' ης ημέρας έπεσεν η Αννιώ σπουδαίως εις το στρώμα, έβαλε την εντροπήν κατά μέρος.»
Να σχολιάσετε το παραπάνω χωρίο σε ένα κείμενο 120-140 λέξεων.
Μονάδες 25
Δ. Να σχολιάσετε ως προς το περιεχόμενο το παρακάτω απόσπασμα από τη «Φαρμακολύτρια» του Α. Παπαδιαμάντη συγκρίνοντάς το με το κείμενο του Γ. Βιζυηνού.
Μονάδες 20
[...]
Η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια είν' εκείνη, ήτις χαλά. τα μάγια, ήτοι λύει πάσαν γοητείαν και μεθοδείαν πονηράν υπ' εχθρών γινομένην. Εις εμέ, παρευρεθέντα κατά τύχην εκεί, το πράγμα εφαίνετο παράξενον, όσον ήθελε φανεί εις μαθητήν της γ΄ τάξεως επαρχιακού γυμνασίου, δραπετεύσαντα άμα τη ενάρξει των μαθημάτων, εις το μέσον του έτους. Αλλ' η εξαδέλφη μου Μαχούλα ήξευρε τι έκαμνεν.
Ένα υιόν, μονάκριβον, τον είχε. Και είχε τέσσαρας κόρας μικράς, των οποίων η μεγαλυτέρα ήτον ήδη δεκαέξ χρόνων. Και ο υιός της, πρωτότοκος, άγγιζεν ήδη το εικοστόν έτος. Και ήδη έχανε τον νουν του κ' εζητούσε να νυμφευθεί.
Του είχαν κάμει μάγια, αι γυναίκες, από τον Πέρα Μαχαλάν. Και του είχαν σηκώσει τα μυαλά του. Ποιος ηξεύρει τι μαγγανείας του έκαμαν, και τι του έδωκαν να πίη. Εγνώριζαν εκείναι από μαγείας...
Κι αγάπησε μίαν κόρην, ήτις ήτον μεγαλυτέρα απ' αυτόν στα χρόνια, καί ήθελε να την λάβη σύζυγον.
«Ή θα την πάρω, μάνα, ή θα σκοτωθώ». Το είχε πάρει κατάκαρδα. Ήτον «ερωτοχτυπημένος». Τώρα, τι να κάμη η εξαδέλφη μου Μαχούλα; Ν' αφήση τον υιόν της να εμβή στα βάσανα, τόσον νέος, κι αυτή να έχη τέσσαρας κόρας ανυπάνδρους, να τας καμαρώνη; Και ποιος γονιός το δέχεται αυτό;
Λοιπόν έπεσε στα θεωτικά πράγματα. Έκαμε λειτουργίας πολλάς, και αγιασμούς, και παρακλήσεις. Επήρε τα ρούχα του γυιού της, και τα έβαλε να λειτουργηθούν από την Αγίαν Τράπεζαν. Επαίδευσε τον εαυτόν της με πολλάς νηστείας, αγρυπνίας, και γονυκλισίας.
Τελευταίον προσέφυγεν εις την χάριν της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας. Αύτη είχε παρά Θεού το χάρισμα να διαλύη τας μαγείας και γοητείας. Επήγε, την ελειτούργησεν, έζωσε τον ναόν της επτά φοράς (τελούσα μόνη της ιδιαιτέραν λειτουργίαν περιπαθή εκ μητρικής στοργής) με κηρίον εκατονταόργυιον, το οποίον η ιδία είχε παρασκευάσει με τας χείρας της, και παρεκάλει την Αγίαν να χαλάση τα μάγια, να έλθη στον νουν του ο υιός της, ο ερωτοχτυπημένος και ποτισμένος από κακάς μαγγανείας, και να μη χάνη τα μυαλά του άδικα...
(Α. Παπαδιαμάντης, Η Φαρμακολύτρια. Απάνθισμα διηγημάτων Α. Παπαδιαμάντη, Ανθολόγηση: Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Εκδόσεις Δόμος [Αθήνα, 2001], σσ. 356-357.)















Α΄ Διδακτική ενότητα
(«Άλλην αδελφήν δεν είχομεν... και εκράτησεν μόνον εμέ πλησίον της»)
2.1. Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευσης μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκ-φραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):


1. Τι εντύπωση σας δημιουργεί ο τίτλος του διηγήματος;
2. Πώς περιγράφει ο αφηγητής την ιδιαίτερη στοργή της μητέρας προς την Αννιώ και πώς δικαιολογεί αυτή την αδυναμία;
3. Ποιο είναι το βασικό αφηγηματικό μοτίβο (leitmotiv) μέσω του οποίου προωθείται η δράση στο πρώτο μέρος του διηγήματος; Τι συναισθήματα προκαλεί στον αναγνώστη;
4. Πώς διαγράφεται ο χαρακτήρας της Αννιώς και σε ποια κυρίως σημεία του κειμένου φαίνεται η αγάπη της για τα αδέρφια της;
5. Να αναφερθείτε στη γλώσσα του διηγήματος. Ποιες είναι οι επιλογές του συγγραφέα στα μέρη που διηγείται και στα διαλογικά μέρη; Ποιο αισθητικό αποτέλεσμα προκύπτει από αυτή τη γλωσσική ποικιλία;
6. Ποια είναι η οπτική γωνία της αφήγησηςκαι πώς λειτουργεί στην πρόσληψη του έργου από τον αναγνώστη;

2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:

1. Ποιες πληροφορίες δίνει ο αφηγητής για τα οικογενειακά του πρόσωπα καθώς και για τις μεταξύ τους σχέσεις στην πρώτη παράγραφο του διηγήματος;
2. Πώς προβάλλεται σ’ αυτήν την ενότητα ο οικογενειακός και κοινωνικός ρόλος της γυναίκας; Να απαντήσετε σε αναφορά με συγκεκριμένα χωρία.
3. «Η μητρική στοργή ενίκησε τον φόβον της αμαρτίας. Η θρησκεία έπρεπε να συμβιβασθεί με την δεισιδαιμονίαν». Να σχολιάσετε το χωρίο:
α) ποιες δυνάμεις συγκρούονται,
β) ποια θέση παίρνει ο αφηγητής,
γ) ποια είναι η προσωπική σας άποψη στο θέμα αυτό.
4. Όταν η μητέρα ρώτησε την Αννιώ ποιο από τα δυο αδέρφια της θέλει να μείνει μαζί της στην εκκλησία, εκείνη απάντησε: «Ποίον από τους δύο θέλω; Κανένα δεν θέλω χωρίς τον άλλο. Τα θέλω όλα τα αδέρφια μου, όσα και αν έχω». Να χαρακτηρίσετε τη στάση της Αννιώς απέναντι στα αδέρφια της, συγκρίνοντάς την με εκείνη της μητέρας της.
5. Με ποιες διαδοχικά ενέργειες προσπαθεί η μητέρα να βοηθήσει στη θεραπεία της Αννιώς;
6. Ποιες λαϊκές αντιλήψεις σχετικές με τις μακροχρόνιες αρρώστιες ανιχνεύονται στην ενότητα;

Β΄ Διδακτική ενότητα
(«Ενθυμούμαι ακόμη ... εγλύτωσεν από τα βάσανά του»)
2.1. Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευσης μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκ-φραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):


1. Στα διηγήματα του Βιζυηνού ο κλειστός χώρος βρίσκεται σε άμεση συνάρτη-ση με το δράμα. Ισχύει αυτή η άποψη και για «Το Αμάρτημα της μητρός μου»; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
2. Ο Βιζυηνός ξέρει «να κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, να σκορπίζει πρόωρες «ενδείξεις» που η σημασία τους θα φανεί αργότερα». Επιβεβαιώ-νεται αυτή η άποψη στο κείμενό μας;
3. Στην ενότητα αυτή ο αφηγητής αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο: Με ποια επιχειρήματα μπορεί να υποστηριχθεί αυτή η άποψη;
4. Ο αφηγητής αισθάνεται ενοχή καθώς βιώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στην αγάπη για την άρρωστη αδελφή του και την πίκρα για τη στέρηση της μητρικής στοργής. Σε ποια σημεία του κειμένου φαίνεται αυτή η σύγκρουση;
5. Με ποιους αφηγηματικούς τρόπους «υφαίνει» ο συγγραφέας την κορύφωση του δράματος που σχετίζεται με την αρρώστια της Αννιώς;
6. Να εντοπιστούν οι αναδρομές (ή αναλήψεις = αναφορές σε προτερόχρονα) που διακόπτουν την ευθύγραμμη ροή του αφηγημένου χρόνου.
7. Στο Αμάρτημα της μητρός μου υπάρχουν φράσεις που «αποβλέπουν στο να υπογραμμίσουν τη διάσταση ανάμεσα στον ώριμο αφηγητή και στην παιδική συνείδηση που προσλαμβάνει τα συμβάντα». Ποιες φράσεις μέσα στο κείμενο επιβεβαιώνουν αυτή την επισήμανση;

2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:

1. Πώς επηρεάζει ψυχολογικά τον αφηγητή ο εσωτερικός χώρος της εκκλησίας;
2. Ποια είναι η άμεση αντίδραση του αφηγητή όταν ακούει την προσευχή της μητέρας του; Πώς τη δικαιολογείτε;
3. Ποια εξωπραγματικά και μαγικά στοιχεία ενσωματώνονται στη διήγηση και τι ρόλο παίζουν στην πλοκή του έργου;
4. Με ποια επίθετα χαρακτηρίζεται ο συνθέτης του μοιρολογιού; Να σχολιάσετε το περιεχόμενό τους.
5. Να συγκρίνετε τα συναισθήματα του αφηγητή όπως αυτά παρουσιάζονται τη νύκτα στην εκκλησία και τη νύκτα στο σπίτι. Ποια διαφορά παρατηρείτε; Πώς δικαιολογείτε αυτήν την διαφοροποίηση;
6. Ποια χωρία σ’ αυτή την ενότητα προοικονομούν το θάνατο της Αννιώς;
7. «Το καημένο μας το Αννιώ! εγλύτωσεν από τα βάσανά του!» Τι συναισθήματα εκφράζει ο αφηγητής και πώς τα ερμηνεύετε;

Γ΄ Διδακτική ενότητα
(«Πολλοί είχον κατηγορήσει την μητέρα μου... και απηρχόμην εις τα ξένα»)
2.1. Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευσης μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκ-φραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):


1. Με ποιες τεχνικές ο συγγραφέας επιτυγχάνει τη σύντμηση του πραγματικού χρόνου της διάρκειας των γεγονότων;
2. Πώς λειτουργεί ο αφηγητής στις δυο υιοθεσίες;
3. Πώς λειτουργεί ο ανοικτός χώρος στα συναισθήματα του αφηγητή;
4. «Μη μου φέρετε τίποτε, έλεγεν η μήτηρ μου, ... Ο Γιωργής ήμην εγώ. Και την υπόσχεσιν ταύτην την είχον δώσει αληθώς, αλλά πολύ προτύτερα. Ήτο καθ’ ήν εποχήν...». Μπορείτε να διακρίνετε τα τρία επίπεδα του χρόνου;
5. Ποιο επεισόδιο μέσα σ’ αυτήν την ενότητα απαλλάσσει τον αφηγητή από την αγωνία αν τον αγαπά η μητέρα του, και πως το αξιολογείτε;



2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:

1. Ποια στάση παίρνουν οι αδερφοί του αφηγητή απέναντι στις δυο υιοθεσίες; Να βρείτε τα σχετικά χωρία.
2. Πώς σχολιάζει ο αφηγητής τη δυσφορία των αδερφών του για την τακτική της μητέρας να υιοθετεί κορίτσια;
3. Ποια στοιχεία αντλούμε απ’ αυτήν την ενότητα για το εθιμικό της υιοθεσίας στη Θράκη;
4. Να συγκρίνετε αυτήν την ενότητα με την προηγούμενη. Ποιες διαφορές παρατηρείτε ως προς το ψυχολογικό κλίμα της αφήγησης;
5. Ο αφηγητής δε γνωρίζει για ποιο λόγο η μητέρα του υιοθετεί κορίτσια. Βρίσκεται «σε πλάνη» ως προς τα κίνητρα αυτής της πράξης. Τι συναισθήματα γεννά στον αναγνώστη αυτή η άγνοια του αφηγητή;

Δ΄ Διδακτική ενότητα
(«Η μήτηρ βεβαίως ... αλλ’ ισχυρού τινος φόβου»)
2.1. Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευσης μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκ-φραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):

1. Πώς λειτουργεί στο κείμενο η εμπλοκή του αφηγητή στα γεγονότα;
2. Ποιες αναδρομικές και πρόδρομες αναχρονίες υπάρχουν στην ενότητα και πώς λειτουργούν αισθητικά;
3. Με ποιες εικόνες αισθητοποιούνται «αι πικρίαι» της μητέρας για τον ξενιτεμένο της γιο;
4. Να επισημάνετε τις εκδηλώσεις έκπληξης και αγωνίας των προσώπων καθώς και τη λειτουργία τους στο κείμενο.
5. Σε ποια σημεία της ενότητας διακρίνετε αισθήματα ενοχής του αφηγητή απέναντι στη μητέρα του;
6. Μπορείτε να εντοπίσετε το δραματικό στοιχείο που υπάρχει στο περιεχόμενο και στον τρόπο αφήγησης;
7. Πώς υπηρετεί την εξέλιξη του μύθου η σύγκρουση μητέρας και γιου για την υιοθετημένη κόρη;

2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:

1. «Παραμόνευεν εις τους δρόμους, ερωτώσα τους διαβάτας μη με είδον πουθενά». Σε ποια συναισθηματική κατάσταση βρισκόταν η μητέρα;
2. Ποια είναι η αντίδραση της μητέρας στις διαδόσεις εις βάρος του γιου της και πώς την ερμηνεύετε;
3. Ποια συναισθηματική κατάσταση του αφηγητή ανιχνεύεται στη φράση: «Δόσ’ του πίσου αν μ’ αγαπάς»;
4. «Όχι δεν είναι ξένο το παιδί είναι δικό μου»: Τι είναι αυτό που κάνει τη μητέρα να θεωρεί «δικό της παιδί» την Κατερινιώ, αν και είναι υιοθετημένο;
5. Ποιο είναι το πρότυπο της ιδανικής γυναίκας για τον αφηγητή, όπως αναδύεται μέσα από την περιγραφή της ιδανικής αδελφής;
6. Να περιγράψετε τις ψυχικές διακυμάνσεις της μητέρας, κατά τη διάρκεια της σύγκρουσής της με τον αφηγητή για το Κατερινιώ.
7. «Και το έκαμεν ο Θεός τέτοιο, δια να δοκιμάση την υπομονή μου, και να με σχωρέση»: Πώς δικαιολογεί η μητέρα την υποχρέωσή της να αναθρέψει ένα «ανάξιο» παιδί;

Ε΄ Διδακτική ενότητα
(«Η μήτηρ μου εκρέμασε την κεφαλήν ... και εγώ εσιώπησα»)
2.1. Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευσης μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκ-φραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):


1. Ποιος είναι ο ρόλος της εγκιβωτισμένης αφήγησης στην εξέλιξη του μύθου;
2. Με ποια εκφραστικά μέσα αισθητοποιεί ο συγγραφέας τα αισθήματα ενοχής της μητέρας;
3. Πώς λειτουργούν τα θαυμαστικά που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας στη σκηνή της συνειδητοποίησης του θανάτου του βρέφους;
4. Το ρήμα «κουράζομαι» επαναλαμβάνεται, σε διάφορους τύπους, τέσσερις φορές. Ποια είναι η λειτουργία του;
5. Τα συναισθήματα του αφηγητή - παιδιού προς την Αννιώ αλλά και η συμπεριφορά των γονέων του προς αυτόν δίνονται μέσα από την οπτική γωνία της μητέρας. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, ο συγγραφέας επέλεξε αυτήν την τεχνική;
6. Τι δηλώνει η σιωπή του αφηγητή στο τέλος του διηγήματος;
7. Πώς συνδέεται το τέλος του διηγήματος με τον τίτλο του;

2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:

1. «Τι φωνάζεις έτσι βρε βώδι;»: Ποιοι λόγοι υπαγορεύουν αυτήν την αντίδραση του πατέρα;
2. «Η αμαρτία είναι αμαρτία»: Πώς αντιλαμβάνεται η μητέρα την αμαρτία;
3. Γιατί η μητέρα θεωρεί την «παίδεψι» από την Κατερινιώ «παρηγοριά κι ελαφροσύνη»;
4. Πώς ερμηνεύεται τελικά η ανάγκη της μητέρας να υιοθετεί κορίτσια;
5. Ο αφηγητής πιστεύει στο «απρομελέτητον και αβούλητον του αμαρτήματος της μητρός». Ποια είναι η δική σας άποψη;
6. Λυτρώνεται τελικά η μητέρα από τις ενοχές; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
7. Θα θεωρούσατε τη μητέρα τραγικό πρόσωπο; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.


Γενικές ερωτήσεις

Ο Γ. Βιζυηνός έχει χαρακτηρισθεί «ψυχογραφικός και δραματικός πεζογράφος». Ενισχύει αυτήν την άποψη το εξεταζόμενο διήγημα; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.
Στο αφηγηματικό έργο του Γ. Βιζυηνού είναι έντονη η επίδραση τόσο της γενέθλιας θρακικής υπαίθρου όσο και της φαναριώτικης και ευρωπαϊκής παιδείας του. Μπορεί να επιβεβαιωθεί αυτό το δεδομένο μέσα από το συγκεκριμένο διήγημα;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου